Καμιά φορά βλέπω όνειρα όταν κοιμάμαι.
Έχω παρατηρήσει ότι μετά, τα ξεχνάω.
Επίσης έχω παρατηρήσει ότι αν το διηγηθώ σε κάποιον ΜΟΛΙΣ ξυπνήσω, το όνειρο παραμένει στη μνήμη μου για αρκετό καιρό. Και βέβαια, και στη μνήμη του ακροατή μου.
Δυο ακόμα παρατηρήσεις είναι ότι
1) Συνήθως ξυπνάω με το τέλος (και εξ αιτίας) του ονείρου, και
2) Τα όνειρα που βλέπω έχουν κάποια σχέση με τα γεγονότα γύρω μου, της τελευταίας περιόδου, και κυρίως με αυτά που με έχουν επηρεάσει ψυχολογικά.
Σήμερα λοιπόν ξύπνησα έχοντας “δει” την εξής ιστορία, και επειδή δεν υπάρχει κανείς εδώ τριγύρω να την “διηγηθώ”, την γράφω εδώ:
Πάντα είχα επιθυμία να αγοράσω ένα συγκεκριμένο, χρυσό, ελβετικό, ακριβό ρολόι. Αυτό είναι γεγονός.
Το ρολόι κάνει στην Ελλάδα 38.000 ευρώ, άντε με κάποια έκπτωση να το πάρει κάποιος 32-35.000. Όχι πιο κάτω, οι αντιπροσωπείες δεν κάνουν εκπτώσεις, και οι κοσμηματοπώλες δεν “χαρίζουν” μεγάλο μέρος από το ποσοστό κέρδους τους (που είναι 35%). Αυτά όλα τα ξέρω, γιατί τα έχω ψάξει.
Πήγα λοιπόν ένα ταξίδι στην Αμερική (από δω αρχίζει το όνειρο – αλλά έχει πραγματική βάση, γιατί στις ΗΠΑ έχω πάει πολλές φορές).
Το ίδιο ρολόι στη Νέα Υόρκη πουλιέται 24.000 ευρώ ($32.500 για την ακρίβεια).
Στην Ελλάδα δεν είχα αποφασίσει ποτέ να το πάρω, στην Ελβετία είναι πιο ακριβό κι απ' την Ελλάδα, στη Νέα Υόρκη όμως αποφάσισα να το κάνω.
Δεν πήγα σε κάποιο από τα μεγάλα, γνωστά, αμιγώς αμερικάνικα ρολογάδικα της Νέας Υόρκης, αλλά αφού ήξερα τι ακριβώς ήθελα, πήγα σε έναν μεγάλο (σχετικά) Έλληνα ρολογά της Ν.Υόρκης, και του είπα:
“Κοίτα, αυτό θέλω. Βέβαια ξέρω ότι δεν το έχεις στοκ, αλλά σίγουρα μπορείς να το φέρεις. Θέλεις λοιπόν να το πάρω από σένα, που είσαι πατρίδα, και να μη βγάλει το κέρδος ο αμερικάνος τάδε, αλλά εσύ?”
Ο ρολογάς έπρεπε να το παραγγείλει στον εισαγωγέα, και θα του το έστελναν σε 1-2 μέρες.
Τον ρολογά τον ήξερα “εξ όψεως” (όπως κι αυτός εμένα), αλλά αυτό δεν αρκούσε για να με εμπιστευθεί και να παραγγείλει ένα ρολόι αξίας (γ’ αυτόν) 25-28.000 δολαρίων, και να κινδυνέψει να του μείνει, αν εγώ εξαφανιζόμουν τις 2-3 μέρες που θα έκανε το ρολόι να του παραδοθεί.
Μου ζήτησε λοιπόν μια προκαταβολή: $3.000.
Του είπα:
“Βεβαίως. Θα στα δώσω μετρητά, αλλά όταν έρθει το ρολόι θα το χρεώσουμε όλο στην κάρτα μου (ελληνικής έκδοσης – με όριο που υπερκάλυπτε την αξία του ρολογιού) και θα μου δώσεις πίσω τα μετρητά μου”.
“No problem” είπε ο άνθρωπος.
Όπως και έγινε.
Σε 2-3 μέρες πήρα το ρολόι, απόδειξη, εγγυήσεις, τα πάντα, χρεώθηκε η Visa μου, και μου έδωσε πίσω τα τρία χιλιάρικα.
Πέταξα το ρολόι που φόραγα (ή μάλλον το χάρισα σε κάποιον στο δρόμο – ήταν των $20) και άρχισα να φοράω το καινούριο.
Σε 4-5 μέρες πήγα στο προξενείο για μια δουλειά.
Με πλησίασε μια “υπάλληλος”:
“Ο κ. τάδε? Περάστε, καθίστε, θα πάρετε καφέ” κλπ.
Εξήγησα τι ήθελα απ’ αυτούς, και πιάσαμε γενικότερη κουβέντα.
Κάποια στιγμή μου λέει:
“Μάθαμε ότι αγοράσατε και ένα τέτοιο ρολόι. Είναι αυτό που φοράτε?”
“Ναι, βέβαια, ορίστε, να ‘το” είπα εγώ, και σήκωσα το μανίκι να της το δείξω καλύτερα, μια που την ενδιέφερε...
Τα μάτια της γυάλισαν.
Ομολογώ ότι την πρώτη στιγμή δεν μου πέρασε από το μυαλό η απορία: Πως ήξερε αυτή ότι αγόρασα το ρολόι;
Μου πέρασε όμως σε λίγο. Και την ρώτησα.
Η απάντηση ήταν διφορούμενη:
“Τα πάντα μαθαίνονται σ’ αυτόν τον κόσμο, κύριε τάδε μου!”
Ποτέ δεν θα μάθω αν η πληροφορία έφτασε σ’ αυτούς από τον ελληνικής καταγωγής ρολογά (που είναι και “δραστήριο” μέλος της ελληνοαμερικανικής κοινότητας της πόλης, είναι Αχεπανς, τον ξέρουν προξενείο, αρχιεπισκοπή κλπ) ή από την Ελλάδα, που η τράπεζα βλέποντας τη χρέωση της κάρτας θα καράφλιασε και μέχρι να αποφασίσει τι έπρεπε να κάνει, σίγουρα θα “έδωσε” τη συναλλαγή στην τράπεζα Ελλάδος με όλα τα επακόλουθα.
Από δω και πέρα αρχίζει το φανταστικό μέρος της ιστορίας, το οποίο όμως είναι και αυτό που με φρίκαρε (και ξύπνησα):
Η γκόμενα στο προξενείο το γύρισε, και άρχισε να μου λέει για απόκτηση κινητών περιουσιακών στοιχείων μεγάλης αξίας (όπως το ρολόι) στο εξωτερικό, ότι οι Ελληνικές αρχές έχουν αποφασίσει να ψάχνουν τέτοιες περιπτώσεις, και με λίγα λόγια με ρώτησε “τι ύψους φορολογική δήλωση κάνω εγώ, και μπορώ να αγοράζω ρολόι αξίας $30.000 έτσι, με τη μία, χωρίς δόσεις?”
Άρχισα να τη χέζω (τύπου “υπάρχουν όρια στο μέχρι πόσο βαθιά στην ιδιωτική ζωή των ανθρώπων μπορεί να μπαίνει το κράτος”), και κατέληξε να μου πει ότι “θα έχω πρόβλημα με το ρολόι όταν γυρίσω στην Ελλάδα, γιατί στο αεροδρόμιο θα με περιμένουν οι τελωνειακοί”.
Και κατέληξε να μου πει ότι “ίσως θα ήταν καλύτερα για μένα να κρατήσουν αυτοί στο προξενείο το ρολόι, πράγμα που θα με απάλλασσε από πιθανές εμπλοκές”.
Ήταν καθαρό, ότι ήθελε να φάει το ρολόι. Και επίσης ήταν καθαρό ότι όλα αυτά δεν τα έκανε μόνη της, γιατί δεν θα διακινδύνευε (μόνη της) να πάω να την καρφώσω στον πρόξενο, αν αυτός δεν ήξερε τίποτα.
Κάπου εκεί ξύπνησα.
Και καθώς τα γράφω εδώ αυτά, σκέφτομαι:
Η σφηκοφωλιά του ελληνικού δημοσίου (παράρτημα του οποίου αποτελούν τα διάφορα γραφεία στο εξωτερικό όπως τα προξενεία) μας έχει φέρει σε τέτοιο σημείο ψυχολογικής αναστάτωσης που να βλέπουμε όνειρα με αυτούς να παίζουν μέσα.
Τα συμπεράσματα δικά σας. Εγώ το έγραψα και ξαλάφρωσα.